Οι πολιτικές επιλογές των ελλήνων μικροαστών, πρόσφατες και μελλοντικές (Ι)


Στις εκλογές του περασμένου Μάη και Ιούνη, και σε ό,τι αφορά την --ας την πούμε χάρην ευκολίας-- "ενδοαριστερή" αναμέτρηση, ο μεγάλος και αδιαφιλονίκητος νικητής ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο βασικότερος λόγος για αυτό δεν είχε να κάνει ούτε με το πόσο ομορφότερα είναι τα στελέχη του, ούτε με το πόσο πιο πειστική ήταν η ρητορική τους, ούτε με το πόσο έπεισε ότι είναι μια πιο μοντέρνα ή και μεταμοντέρνα πολιτική επιλογή, προσαρμοσμένη στους καιρούς. Όλα όσα ο ΣΥΡΙΖΑ υπερτονίζει ως βασικά στοιχεία της τότε δημοφιλίας του είναι από ήσσονος ως ανύπαρκτης σημασίας και το γνωρίζει.

Ο βασικότερος λόγος ήταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατέστησε απολύτως σαφές το ότι ήταν πρόθυμος να γίνει το "κόμμα διαμαρτυρίας" που ως τότε ήταν για μια μερίδα των χαμηλών και μικρομεσαίων στρωμάτων το ΚΚΕ, την ίδια στιγμή που το ΚΚΕ κατέστησε εξίσου σαφές ότι δεν επρόκειτο να διεκδικήσει πλέον αυτόν τον ρόλο, καθώς για τους δικούς του θεωρητικούς και στρατηγικούς λόγους έκρινε ότι ιστορικά είχε έρθει ο καιρός να απαλλαγεί από αυτό το πολιτικό προφίλ και να επιστρέψει στις επαναστατικές του ρίζες.

Γύρω στις αρχές του Σεπτέμβρη του 2012, δημοσίευσα εδώ ένα κείμενο με τίτλο "Ο λαϊκός εκβιασμός και το ΚΚΕ." Εξηγούσα εκεί ότι είναι αληθής ο ισχυρισμός ότι στις εκλογές ο "λαός τιμώρησε το ΚΚΕ", ψευδείς όμως οι θεωρίες περί των αιτιών της "τιμωρίας." Ο "λαός", το μικροαστικό και ακόμα και εργατικό εκείνο κομμάτι το οποίο απέσυρε την στήριξη του στο κόμμα και στράφηκε στον ΣΥΡΙΖΑ ή και αλλού, τιμώρησε το ΚΚΕ γιατί ήταν σαφές ότι το κόμμα αυτό δεν ήταν πλέον διατεθειμένο να περιορίζεται στο να είναι  όχημα της "πίεσης" στην μεγαλοαστική τάξη αλλά επιζητούσε πλέον την πολιτική της ανατροπή. Κάτι που δεν ανήκε καθόλου στις προτεραιότητες της μικροαστικής τάξης, ούτε και θα μπορούσε ποτέ να ανήκει.

Ως τάξη, η μικροαστική τάξη ορίζει το ταξικό της συμφέρον μέσω μιας διπλής αντίστιξης που είναι συνάμα ασύμμετρη: αφενός, ορίζει το ταξικό αυτό συμφέρον με όρους διατήρησης των "προνομίων" εκείνων (μισθολογικών, αλλά και σχετιζόμενων με την θέση της στην οργάνωση της εργασίας) που σηματοδοτούν την απόστασή της από την εργατική τάξη· αφετέρου, το ορίζει με όρους προστασίας της από τις επιθετικές διαθέσεις της αστικής τάξης, τόσο σε ό,τι αφορά την αναζήτηση αυτής της δεύτερης τρόπων μείωσης του κόστους της εργασίας, όσο και σε ό,τι αφορά τις συγκεντρωτικές, μονοπωλιακές της τάσεις, που απειλούν άμεσα μεγάλο κομμάτι της μικροαστικής ταξικής επιβίωσης. Η ασυμμετρία, η οποία δηλώνεται και από το ίδιο το όνομα "μικροαστός" (αντί, πχ, "μεγαλοεργάτης") είναι ευθεία αποτύπωση της ανισότητας πολιτικής και οικονομικής ισχύος ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη, που με τη σειρά της στρέφει εξ ορισμού τον μικροαστό με το πρόσωπο πάντα προς την αστική τάξη και την πλάτη πάντα στραμμένη στην εργατική.

Στις εκλογές λοιπόν του Μάη και του Ιούνη, η τάξη αυτή θεώρησε ότι το πολιτικό όχημα με το οποίο θα μπορούσε καλύτερα να "πιέσει" την αστική τάξη να χαλαρώσει την επίθεσή της προς την ίδια, να της αφήσει κάποια περιθώρια προνομιακότητας απέναντι στο προλεταριάτο, ήταν το κόμμα που προέτασσε το μικροαστικό συμφέρον ως καθολικό συμφέρον, και συνάμα, το κόμμα που ξεκαθάριζε ότι καμία πρόθεση δεν έχει να ανατρέψει την αστική ταξική εξουσία, και συνεπώς, καμία πρόθεση δεν έχει να θέσει σε κίνδυνο τα συγκριτικά προνόμια των μικροαστών τα οποία απορρέουν από την ίδια αυτή εξουσία.

Εξυπηρέτησε με την επιλογή της αυτή τα συμφέροντά της η μικροαστική τάξη; Γιατί βέβαια αυτή είναι η κρίσιμη ερώτηση από κομμουνιστική σκοπιά, μιας και για μας είναι ολότελα άχρηστο και αφελές να θεωρούμε ότι οι τάξεις μεταστρέφονται με ηθικολογικά κηρύγματα περί "αλληλεγγύης" και "ανθρωπιάς".

Η απάντηση νομίζω πως είναι ξεκάθαρα όχι. Αναμφισβήτητα θεώρησε ότι έτσι θα τα εξυπηρετήσει και στήριξε τα κόμματα που στήριξε με αυτό το κριτήριο. Από αυτή την άποψη ήταν "ρεαλιστική." Εξίσου αναμφισβήτητα όμως, απέτυχε να τα εξυπηρετήσει μέσω των επιλογών της, και από αυτή την άποψη φάνηκε εξίσου "αφελής." Ο "αφελής ρεαλισμός" είναι σε τελική ανάλυση το χαρακτηριστικό γνώρισμα της ιδεολογίας της μικροαστικής τάξης, αυτό που συμπυκνώνει την ουσία του να είσαι μικροαστός: όπως έγραψα και σε άλλη ανάρτηση, ο μικροαστός είναι κάποιος που διαρκώς παγιδεύεται από την ίδια την καχυποψία με την οποία προσπαθεί να αυτοπροστατευτεί -- και αυτό επειδή δεν ξέρει ποτέ με πραγματικό ρεαλισμό πού να στρέψει την καχυποψία του.

Δεν εξυπηρέτησε λοιπόν τα δικά της συμφέροντα η μικροαστική τάξη αλλά αυτά της αστικής, και αυτό σημαίνει ότι οι επιλογές της εργάστηκαν εναντίον της, στηρίζοντας και ενισχύοντας την προέλαση του αστικού τανκ πάνω σε ό,τι έχει απομείνει από τα "προνόμια" και τις "οχυρώσεις" των μικροαστών.

Από πού προέκυψε το λάθος;

Το λάθος προέκυψε από την εντελώς παραπλανημένη αντίληψη των μικροαστών για το τι σημαίνει "άσκηση πίεσης" σε περίοδο κρίσης. Σε μια τέτοια περίοδο, όταν οι δυνάμεις της μίας πλευράς (της αστικής) γίνονται ανεξέλεγκτα επιθετικές και βίαιες, η "πίεση" όσων αρκούνται να προβάλλουν την "πίεση" ως μέσο γίνεται κάθε μέρα και ασθενικότερη, ώσπου στο τέλος να αποκαλυφθεί ότι το πολιτικό "όχημα πίεσης" πιέζεται πολύ περισσότερο από ό,τι μπορεί να πιέσει.

Και αυτό ακριβώς αποδείχτηκε έμπρακτα σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ στα μάτια και των πιο αφελών: η "πίεση" που ο ίδιος ασκεί είναι στην καλύτερη περίπτωση ένα ρητορικό πυροτέχνημα, ενώ η πίεση που δέχεται είναι πολύ αληθινή και τα αποτελέσματά της απτά και εντυπωσιακά. Μέσα σε λίγους μήνες, για να περιοριστούμε σε ένα και μόνο παράδειγμα, ο αρχηγός του κόμματος της "ριζοσπαστικής αριστεράς" απευθύνει ομιλίες στο Ίδρυμα του αρχηγού της ΕΡΕ Κωνσταντίνου Καραμανλή σε μια απελπισμένη προσπάθεια να βρει "πατήματα" στο εκλογικό σώμα. Στους αντίποδες, δεν υπάρχει ένα θέμα στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ να κατάφερε έστω να καθυστερήσει την προέλαση της αστικής τάξης και υπάρχουν πολλά όπου σπατάλησε ενέργεια και δυνάμεις για ζητήματα ελάσσονος σημασίας, καταλήγοντας αρκετά συχνά και στην επικοινωνιακή συντριβή, μεταξύ άλλων.

Κατά συνέπεια, και πάντα από τη μικροαστική σκοπιά, το "χαρτί" με το οποίο τα στρώματα που στριμώχνονται από την αστική επέλαση προς τα κάτω προσπάθησαν να αναδιαπραγματευτούν τη θέση τους έχει ήδη καεί. Και κάηκε για τους ίδιους ακριβώς λόγους που το κατέστησαν ελκυστικό τον Μάη και τον Ιούνη του 2012: Κάηκε επειδή δεν επιζητούσε την σύγκρουση με την εγχώρια και διεθνή αστική τάξη, επειδή αναζήτησε την "αναδιαπραγμάτευση" μαζί της, επειδή δεν είχε και δεν έχει καμία πρόθεση αντιπαράθεσης με τα εγχώρια μονοπωλιακά/ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, επειδή το μόνο που αναζήτησε ήταν η φενάκη του προ-κρίσης καπιταλισμού ως του "σοσιαλισμού για μικροαστούς". Όμως επρόκειτο ξεκάθαρα και αποδεδειγμένα για φενάκη, γιατί ο καπιταλισμός δεν δύναται να επιστρέψει στο προ-κρίσης σημείο του, δεν μπορεί να συνεχίσει να παράγει κέρδος και προϋποθέσεις συσσώρευσης χωρίς την πιο ανηλεή επίθεση σε κάθε περιοχή της καθημερινής διαβίωσης των χαμηλών στρωμάτων, και δεν μπορεί να εξασφαλίσει τον πλούτο για την τάξη που εξυπηρετεί χωρίς να αυξήσει εκθετικά τον αριθμό των θυμάτων της πιο άγριας βαθμίδας εκμετάλλευσης, χωρίς να συγκεντρώσει όλο και περισσότερη οικονομική ισχύ στους λίγους, χωρίς να εξαλείψει κάθε ίχνος "αυτονομίας" από την ταξική υπόσταση των μικροαστών. Αυτό είναι το νόημα και η σημασία του ιμπεριαλισμού που ανακάλυψε ο Λένιν και αυτό ακριβώς είναι το νόημα που οι επαγγελματίες της χαύνωσης των μικροαστών κρύβουν επιμελώς κάτω από τις νάιλον σημαίες του οπαδικού, συναισθηματικά ανακλαστικού "αντιαμερικανισμού" ή "αντιευρωπαϊσμού" ή των κάθε λογής βερμπαλισμών περί "νέων ΕΑΜ" και "λαϊκών μετώπων."

Αρνητικά λοιπόν --από τη σκοπιά της διάψευσης όσων θεωρούσε "ρεαλιστικά"-- η μικροαστική τάξη στην Ελλάδα είχε, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές, αρκετό χρόνο να αντλήσει μαθήματα. Και νομίζω ότι τα αρνητικά μαθήματα τα έχει αντλήσει, και με το παραπάνω. Όμως τα αρνητικά μαθήματα, τα μαθήματα που περιορίζονται στην διάψευση, δεν αρκούν. Από μόνα τους, δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο από το να βυθίζουν τους μαθητές τους στην απελπισία και την απόγνωση. Και τα συναισθήματα αυτά δεν είναι καλοί δάσκαλοι. Είναι το ίδιο κακοί όσο είναι και αυτά της κιχωτικής ευφορίας και επηρμένης αίσθησης ισχύος με τα οποία χαυνώθηκαν οι μικροαστοί ένα χρόνο πριν τις εκλογές, τον Ιούνιο του 2011.

Στο δεύτερο μέρος θα προσπαθήσουμε λοιπόν να εστιαστούμε σε κάποια εφικτά θετικά μαθήματα που μπορούν να αντλήσουν οι έλληνες μικροαστοί, τόσο από την ελληνική, όσο και από τη διεθνή εμπειρία.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις