Ανταγωνισμός για το ποιος θα αποτελέσει το σοσιαλδημοκρατικό πυλώνα...

Την εξελισσόμενη αναμόρφωση του αστικού πολιτικού σκηνικού ήρθε να «υπενθυμίσει», μέσα στη βδομάδα, η πρωτοβουλία των 58 «προσωπικοτήτων» της λεγόμενης κεντροαριστεράς να απευθύνουν ανοιχτή πρόσκληση για τη δημιουργία «ενιαίου πολιτικού φορέα», που θα συνενώσει τις δυνάμεις της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας με ορίζοντα τις ευρωεκλογές και τις τοπικές εκλογές του Μάη.

Η ανάδειξη του νέου διπολισμού που διαμορφώνεται ανάμεσα στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ, σχήματα - δορυφόροι των δύο πόλων, αλλά και δυνάμεις που «οραματίζονται» τη συγκρότηση ενός τρίτου και αυτοτοποθετούνται στην κεντροαριστερά, οι μεταξύ τους κολεγιές αλλά και ανταγωνισμοί είναι στοιχεία μιας διαδικασίας που αντανακλά επιτακτικές ανάγκες της αστικής τάξης στη δοσμένη χρονική συγκυρία, όπως η ανάγκη για σταθερό πολιτικό σκηνικό που θα δίνει σταθερές αστικές κυβερνήσεις. Αντανακλά όμως και ανταγωνισμούς ανάμεσα στα διάφορα τμήματα του κεφαλαίου που αφορούν το μείγμα διαχείρισης, την αναδιάταξη συμμαχιών στο έδαφος των συνθηκών που διαμορφώνει η καπιταλιστική κρίση κ.ά.

Βασικό πάντως στοιχείο της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος είναι η αναγκαστική αντικατάσταση της δικομματικής εναλλαγής στην αστική διακυβέρνηση από κυβερνήσεις συνεργασίας. Οι υποστηρικτές αυτών των κυβερνήσεων θεωρούν ότι έτσι εξασφαλίζεται καλύτερα η πολιτική σταθερότητα, η απόσπαση ευρύτερης συναίνεσης στην πολιτική διαχείριση της κρίσης, πιστεύουν ότι τέτοιες κυβερνήσεις εγγυούνται καλύτερα την πολιτική συμμαχιών της αστικής τάξης με ανώτερα και μεσαία μικροαστικά στρώματα, διαμορφώνουν νέους πιο αποτελεσματικούς όρους ενσωμάτωσης εργατικών λαϊκών στρωμάτων.

Οι αστικές πολιτικές δυνάμεις δε χωρίζονται με σινικά τείχη, προέχει το συλλογικό συμφέρον της αστικής τάξης. Εκεί ακριβώς συναντιούνται όταν μιλούν για «παραγωγική ανασυγκρότηση», «κοινωνική συνοχή», συμμαχίες που θα τονώσουν την ανταγωνιστικότητα των ντόπιων επιχειρηματικών ομίλων κ.ά. Αυτή είναι και η συγκολλητική ουσία. Στη χώρα μας κανένα απ' τα υπάρχοντα αστικά κόμματα ή κόμματα αστικής διαχείρισης δεν ελπίζει σε αυτοδύναμη κυβερνητική προοπτική. Η ΝΔ ήδη συγκυβερνά με το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητά δυνάμεις που θα του προσέφεραν στήριγμα στην περίπτωση που αναλάβει τη διακυβέρνηση, ενώ άλλα κόμματα προορίζονται να έχουν ένα δευτερεύοντα αλλά καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση κυβερνήσεων συνεργασίας. Ορισμένα από αυτά επιδιώκουν να παίξουν και στον ένα και στον άλλο πόλο, αυτό εκφράζεται και σε διαφορετικές προσεγγίσεις που εκφράζονται στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο βρήκαν ήδη πρακτικό αντίκρυσμα τα προτάγματα της «Προοδευτικής Συμμαχίας», του φορέα της σοσιαλδημοκρατίας που προέκυψε μετά την αποχώρηση κομμάτων από τη Σοσιαλιστική Διεθνή, με πρωτεργάτη το γερμανικό SPD. Κίνηση που επεδίωκε να επιδράσει σαν καταλύτης για τη δημιουργία μεγάλων συνασπισμών, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή της σοσιαλδημοκρατίας σε κυβερνήσεις. Η προοπτική άμεσης κυβερνητικής συνεργασίας του SPD με το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα της Μέρκελ το επιβεβαιώνει.

Σε κάθε περίπτωση την παγίδα -για το λαό- της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού τη στήνουν όλοι οι «παίχτες» του, συμπίπτοντας στο ότι είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση των συμφερόντων της τάξης την οποία πολιτικά εκπροσωπούν. Αυτό κάθε άλλο παρά αναιρεί τους μεταξύ τους έντονους ανταγωνισμούς για το ποιος θα πάρει «κεφάλι» έναντι των άλλων, που πολλές φορές είναι και επιθυμητοί, στο βαθμό που επιτείνουν τη σύγχυση και αποπροσανατολίζουν το λαό.

Καυγαδίζουν για το «πάπλωμα», την ώρα που μοιράζονται το ίδιο «κρεβάτι». Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να ερμηνευτεί η άρνηση της ΔΗΜΑΡ να στηρίξει την «πρωτοβουλία των 58» για τη δημιουργία ενιαίου πολιτικού φορέα της κεντροαριστεράς. Αλλά και η στάση που κρατά ο ΣΥΡΙΖΑ, που διαπερνιέται απ' την αρχική του τοποθέτηση περί «υλικών κατεδαφίσεως» με τα οποία «δεν χτίζεται τίποτα καινούργιο».

Ο ΣΥΡΙΖΑ, υποδοχέας ενός μεγάλου κομματιού στελεχών που αποσπάστηκε από το ΠΑΣΟΚ, απορρίπτει σήμερα την ιδέα δημιουργίας μιας ελληνικής «Ελιάς», παρόλο που ο βασικός του κορμός (ο ΣΥΝ) υπήρξε θιασώτης των κεντροαριστερών πειραμάτων σε Γαλλία, Ιταλία κ.α. Δεν απορρίπτει βεβαίως την ανάγκη αναμόρφωσης του «σοσιαλιστικού» (βλέπε σοσιαλδημοκρατικού) χώρου, διεκδικώντας την πρωτοκαθεδρία στο χώρο αυτό. Για του λόγου το αληθές, θυμίζουμε πως ήταν ο Αλ. Τσίπρας αυτός που στις 30 Γενάρη του 2013 δήλωνε σε εκπομπή της ΝΕΤ: «Πιστεύουμε ότι είναι παρά φύσιν να έχουμε δύο πόλους χωρίς κέντρο και είναι παρά φύσιν να στοιχίζονται τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας πίσω από μία ακραία δεξιά πρόταση, δεν πιστεύω ότι αυτό θα συνεχιστεί για πολύ»...

Σε εκείνη τη συνέντευξη, ο Αλ. Τσίπρας επιβεβαίωσε ότι είναι σημαντικότερα όσα ενώνουν τα κόμματα της αστικής διαχείρισης απ' όσα τα χωρίζουν. Αφησε ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, ακόμα και με τους Ανεξάρτητους Ελληνες ή με νέα σχήματα που θα προκύψουν μέσα απ' τις διεργασίες αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού, ευχόμενος να καταστεί δυνατή η συνεργασία με «δυνάμεις της ευρύτερης σοσιαλδημοκρατίας, του κέντρου, πατριωτικές δυνάμεις, ακόμη και με τη λαϊκή δεξιά». Στο πλαίσιο αυτό απηύθυνε κάλεσμα στους σοσιαλδημοκράτες «να αποφασίσουν με ποιους θα πάνε και ποιους θα αφήσουν», να επιλέξουν το νεοφιλελευθερισμό ή τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση μιας νέας «αριστερής» συμμαχίας.

Να θυμίσουμε ακόμα πως οι έριδες για τα σκήπτρα στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας άρχισαν από την επομένη των εκλογών του 2012. Το Σεπτέμβρη του 2012, ο ΣΥΡΙΖΑ τίμησε με εκδήλωσή του την επέτειο της ιδρυτικής διακήρυξης του ΠΑΣΟΚ, προκαλώντας τη μήνιν του ΠΑΣΟΚ. Ο Αλ. Τσίπρας δεν άφησε περιθώρια αμφισβήτησης της πρόθεσης του κόμματός του να καταλάβει το χώρο που άφηνε η υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ στη σοσιαλδημοκρατία, αντιγράφοντας πιστά τις μεθόδους λαϊκής εξαπάτησης που χρησιμοποίησε το ΠΑΣΟΚ του '80 και αναπέμποντας ύμνους στην ιδρυτική διακήρυξή του. Δήλωνε: «η διακήρυξη των αρχών της 3ης του Σεπτέμβρη, όπως και κάθε πολιτική διακήρυξη που ενέπνευσε λαϊκούς αγώνες και σφράγισε την ιστορία του τόπου, δεν (...) μπορεί να είναι ιδιοκτησία από κληρονομιά οποιουδήποτε».

Ενα μήνα μετά, τον Οκτώβρη του 2012, ο Αλ. Τσίπρας, σε συνέντευξή του, στο «Βήμα» καμάρωνε σαν γύφτικο σκεπάρνι, επειδή «πολλές από τις προτάσεις μας τις ασπάζονται σημαντικοί Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες», κρύβοντας φυσικά ότι τις ασπάζονται επειδή είναι προτάσεις διαχείρισης της εξουσίας των μονοπωλίων, τα οποία με αφοσίωση υπηρέτησε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία στο σύνολό της. Μάλιστα η γερμανική σοσιαλδημοκρατία αφού παζάρεψε τους όρους με τους οποίους θα προσφέρει ξανά τις υπηρεσίες της, από κοινού με την Α. Μέρκελ, ανέλαβε ξανά δράση. Στον καθρέφτη αυτής, της ευρωενωσιακής σοσιαλδημοκρατίας, που διεκπεραίωσε μεγάλο όγκο των φιλομονοπωλιακών αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζει τον εαυτό του, γι' αυτό και συμπλήρωνε στα παραπάνω ο Αλ. Τσίπρας: «Η γερμανική Σοσιαλδημοκρατία πρέπει πάντως να συνειδητοποιήσει ότι ο συνομιλητής της στην Ελλάδα δεν μπορεί να είναι ένα κόμμα που βρίσκεται σε πλήρη διάλυση, το ΠΑΣΟΚ, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ».

Ρόλο συνομιλητή και συνεταίρου στη διαχείριση διεκδίκησε και το γερμανικό «αδελφάκι» του ΣΥΡΙΖΑ, το «Die Linke», που έφτασε να παρακαλάει τους σοσιαλδημοκράτες για ένα υπουργείο...

Το ΚΚΕ έχει ήδη προειδοποιήσει το λαό για την παγίδα που στήνεται σε βάρος του. Η αστική τάξη μπορεί να διατάξει όπως νομίζει τους πολιτικούς της εκπροσώπους. Κόμματα μπορεί να διαλυθούν, πολιτικοί παράγοντες να αποστρατευτούν, νέα να δημιουργηθούν, η «βιτρίνα» του πολιτικού συστήματος να ανακαινιστεί πλήρως και να μη θυμίζει σε τίποτα την αμέσως προηγούμενη. Μπορεί να τα αλλάξει όλα, για να μείνει ίδιο το μόνο που έχει σημασία, η εξουσία της. Αυτό έχει ήδη συμβεί σε άλλες χώρες. Οι επιφανειακές αλλαγές έχουν στόχο να καταστήσουν δυσδιάκριτο τον ταξικό χαρακτήρα των αστικών πολιτικών δυνάμεων, που μπορεί να έχουν μεταξύ τους πολλές διαφορές, αλλά υψώνεται πάνω απ' αυτές η αφοσίωσή τους στην αστική τάξη και τη στρατηγική της. Για να υπηρετηθεί σήμερα καλύτερα, χρειάζεται σταθερές κυβερνήσεις, «μπετοναρισμένες» απέναντι στο εργατικό λαϊκό κίνημα, ικανές να χειραγωγούν και να ενσωματώνουν λαϊκές δυνάμεις, στόχος τόσο πιο εύκολος όσο θεριεύουν αυταπάτες που προσφέρουν ανοχή και χρόνο στο παλιό που πλασάρεται για νέο. Η εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα έχουν πια συσσωρευμένη εμπειρία από μεταμφιέσεις και ανακαινίσεις αυτού του είδους. Είναι καιρός να γυρίσουν γρήγορα την πλάτη στα κόμματα της αστικής τάξης, σε όλες τους τις παραλλαγές, και να πάρουν απόφαση συμπόρευσης με το Κόμμα τους, το ΚΚΕ, που τους λέει ότι η δικιά τους δύναμη δε βρίσκεται στο να συμβάλουν με την ψήφο τους στην αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, αλλά να πιστέψουν στη δικιά τους δύναμη, να αποκτήσουν τη θέληση των συμφερόντων τους και την οργάνωση για να την επιβάλουν.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις