Ορισμένες σκέψεις με αφορμή τις 3 επώνυμες έδρες σε ΑΕΙ

Ο
ι 3 πρώτες επώνυμες έδρες στα ΑΕΙ μετά από το νόμο-πλαίσιο είναι γεγονός. Ο θεσμός των επώνυμων εδρών επανήλθε από την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και εφαρμόζεται από τη συγκυβέρνηση για να προωθήσει καταρχήν στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, κρίσιμες για την ανταγωνιστικότητά του, που θα ενισχυθούν από το κομμάτι της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας.

Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο που ξεκινούν από τον τομέα της Ενέργειας. Δεν είναι, επίσης, τυχαίο που ξεκινούν από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, το οποίο - σημειωτέον - λειτουργεί με διορισμένη Διοικούσα Επιτροπή, στην οποία ούτως ή άλλως συμμετέχει και ο πρόεδρος της ΔΕΗ. Ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτά επομένως η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού (ερευνητικού, φοιτητών μέσω της πρακτικής άσκησης και των εργασιών τους), καθώς και των υποδομών του Ιδρύματος, προκειμένου να διερευνηθούν οι δυνατότητες των εισαγόμενων πηγών Ενέργειας (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) στη λεγόμενη «μεταλιγνιτική εποχή». Η θεματολογία, άλλωστε, των νέων επώνυμων εδρών καταδεικνύει τα ενδιαφέροντα της καπιταλιστικής επιχείρησης ΔΕΗ, ιδιαίτερα μετά από τις εξελίξεις της πορείας ιδιωτικοποίησής της και το προχώρημα της πολιτικής απελευθέρωσης της Ενέργειας.

Ο στόχος της δημιουργίας των εδρών είναι, αφενός, να αξιοποιηθούν οι πανεπιστημιακές παροχές, οι οποίες είναι συγκεντρωμένες και υψηλού επιπέδου, χωρίς να επιβαρυνθεί με κόστος η ΔΕΗ και άλλες επιχειρήσεις στον τομέα της Ενέργειας. Αφετέρου, να εκπαιδευτεί (μέσω προγραμμάτων Διά Βίου Μάθησης, κατάρτισης, πρακτικής άσκησης) ένα νέο επιστημονικό δυναμικό που θα στελεχώσει τη δημόσια και ιδιωτική επιχειρηματική δραστηριότητα στους τομείς των ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας), του φυσικού αερίου και ευρύτερα της Ενέργειας. Επιπλέον, κυβέρνηση, ΔΕΗ και η Διοίκηση του πανεπιστημιακού Ιδρύματος φιλοδοξούν να διαδραματίσουν ρόλο στις λεγόμενες «διασυνοριακές συνεργασίες» (είναι το αντικείμενο της μιας από τις 3 έδρες), δηλαδή στην αναβάθμιση της Ελλάδας στο βαλκανικό χώρο στον άξονα των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και στο μεγάλο φαγοπότι με τους αγωγούς του φυσικού αερίου.

Ε
ννοείται ότι από τη συγκεκριμένη επιχειρηματική συνεργασία προσδοκά ιδιαίτερο όφελος και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, η διοίκησή του αλλά και οι καθηγητές που ήδη έχουν στήσει επιχειρήσεις μέσα στο Ιδρυμα. Και πρέπει να επισημανθεί ότι το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας είναι πράγματι ...πρότυπο στην επιχειρηματική λειτουργία, μιας και όλες του οι ακαδημαϊκές δραστηριότητες τελικά αποτείνουν στην επιχειρηματικότητα.

Αρκεί να δει κανείς την ιστοσελίδα του Ιδρύματος για να καταλάβει και ιδιαίτερα το αποκαλούμενο «ερευνητικό εργαστήριο Διαχείρισης Τεχνολογίας». Πρόκειται στην ουσία για έναν καλοστημένο μηχανισμό προώθησης της επιχειρηματικότητας και άντλησης «μυαλών», που θα συμβάλουν με την έρευνα και την εργασία τους σε διάφορους τομείς στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μεγάλων επιχειρήσεων. Η έμφαση δίνεται προφανώς σε ζητήματα Ενέργειας, ανανεώσιμων πόρων μέσω των Τμημάτων Μηχανολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών. Επιπλέον, το συγκεκριμένο εργαστήριο διοργανώνει σεμινάρια και κύκλους μαθημάτων για τη «διαχείριση επιχειρηματικότητας και καινοτομίας» σε ΠΤΔΕ (Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης) και Βαλκανικών Σπουδών, των δύο άλλων δηλαδή Τμημάτων του Πανεπιστημίου Δ. Μακεδονίας. Εμπλέκεται δε με κάθε είδους ΜΚΟ, με Συλλόγους Νεανικής Επιχειρηματικότητας και, γενικά, ενισχύει τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων, προπτυχιακά και μεταπτυχιακά, τα ερευνητικά προγράμματα και τις διάφορες δράσεις με ιδιαίτερα εστιασμένο άξονα τη συγκέντρωση μιας κρίσιμης μάζας επιστημονικού δυναμικού εκπαιδευμένου να δουλεύει και να παράγει χρήσιμη γνώση για τις επιχειρήσεις.

Πέραν των παραπάνω, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι επιλέχθηκαν για τις επώνυμες έδρες αμερικανοσπουδαγμένοι και έπειτα καθηγητές αμερικανικών πανεπιστημίων (Ουάσιγκτον, Κολούμπια)...

Στοιχείο με ενδιαφέρον είναι επίσης η, σε πολλά επίπεδα, συνεργασία του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, κυρίως σε τομείς Ενέργειας και ανανεώσιμων πόρων. Φαίνεται ότι η ανταλλαγή ερευνητών και προγραμμάτων μεταξύ των δύο Ιδρυμάτων σχετίζεται με τις γενικότερες στοχεύσεις του ελληνικού και ξένου κεφαλαίου στον τομέα της Ενέργειας και των υδρογονανθράκων, ενώ, αν κοιτάξει κανείς πίσω από τους τίτλους (των ερευνητικών και λοιπών προγραμμάτων, σεμιναρίων, διαλέξεων), μπορεί να διακρίνει και το φάσμα των ανταγωνισμών που εκδηλώνονται μεταξύ ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και μεταξύ μερίδων του κεφαλαίου και αφορούν σε ιδιαίτερα ευαίσθητες περιοχές της χώρας, όπως το Αιγαίο και οι συνοριακές περιοχές (περιοχή Δυτικής Μακεδονίας).

Σ
υμπερασματικά, με αφορμή τη δημιουργία των τριών επώνυμων εδρών, γίνεται για άλλη μια φορά φανερό ότι οι εξελίξεις στα Πανεπιστήμια δεν αφορούν μόνο το μικρόκοσμο της λεγόμενης «πανεπιστημιακής κοινότητας», όπως θέλουν να μας πείσουν διάφοροι ένθεν κακείθεν. Δεν αφορούν μόνο την ίδια την εκπαιδευτική αγορά από μόνη της. Φυσικά το κεφάλαιο προσβλέπει ιδιαίτερα στο κέρδος από τα εκπαιδευτικά και ερευνητικά προϊόντα. Ωστόσο, αυτό που κυρίως ενδιαφέρει τους κεφαλαιοκράτες, και μάλιστα με ιδιαίτερο ζήλο στη φάση της οικονομικής κρίσης, είναι να εξασφαλιστεί εκείνο το ανθρώπινο δυναμικό που με τις γνώσεις του, τις φρέσκες ιδέες του όπως λένε, θα ξαναβάλει σε γοργή κίνηση τη διαδικασία διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, θα συμβάλει να ξεπεραστεί η καπιταλιστική κρίση εφευρίσκοντας πατέντες και δουλεύοντας πάνω σε κλάδους με μεγάλες δυνατότητες καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Α
ρα, είναι όρος για μας, για το Κόμμα και την ΚΝΕ που δουλεύουν μέσα στα Πανεπιστήμια, να μην περιορίζουμε την επιχειρηματολογία μας σε μια απλή έως και απλουστευτική διαπίστωση-καταγραφή της κατάστασης. Δεν ξεμπερδεύουμε, λοιπόν, απλά λέγοντας ότι οι νέες επώνυμες έδρες εισάγουν τις επιχειρήσεις στα Πανεπιστήμια. Πολύ περισσότερο που για την πλειοψηφία των φοιτητών η σύνδεση των σπουδών τους με μια καπιταλιστική επιχείρηση φαντάζει ελκυστική και τρέφει τις ψεύτικες ελπίδες για μια κάποια εργασιακή απορρόφηση, μέσα στη γενικευμένη σήμερα κατάσταση της ανεργίας.

Είναι όρος να καταδεικνύουμε τις συνολικότερες επιπτώσεις του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, να αποκτήσουμε την ικανότητα να συνδέουμε τις εξελίξεις στις σπουδές με τη σοβαρή επιδείνωση των όρων ζωής της λαϊκής οικογένειας, που προκύπτουν, για παράδειγμα, από τις αυξήσεις των τιμολογίων της ΔΕΗ, το κόψιμο του ρεύματος στις φτωχές οικογένειες. Αλλά και από ακόμα συνθετότερα ζητήματα, όπως είναι οι επιπτώσεις και οι κίνδυνοι από το βάθεμα της εμπλοκής της χώρας στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, π.χ., στο κρίσιμο ζήτημα της Ενέργειας. Είναι σημαντικό να μπορούμε να εντοπίζουμε το κύριο στις εξελίξεις, να έχουμε κάθε στιγμή την ανησυχία να ψάχνουμε, να αποκαλύπτουμε στο χώρο μας πτυχές και τρόπους υλοποίησης των στρατηγικών στοχεύσεων του κεφαλαίου.

Τέλος, είναι σημαντικό να μπορούμε να καταλήγουμε στην ανάγκη ενός άλλου, φιλολαϊκού δρόμου ανάπτυξης, στον οποίο η σύνδεση οικονομίας και εκπαίδευσης, αντικειμενική στη βάση της, θα στοχεύει στην υπηρέτηση και ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, η σύνδεση ενός κοινωνικοποιημένου φορέα παραγωγής ηλεκτρικής Ενέργειας και ενός λαϊκού Πανεπιστημίου θα συμβάλει, μέσα από την εκπαίδευση κατάλληλου δυναμικού και παραγωγή νέας γνώσης, στην εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας και αυτονομίας της χώρας, στην προστασία του περιβάλλοντος, στη δωρεάν και ποιοτική κάλυψη όλων των ενεργειακών αναγκών στους χώρους δουλειάς, κατοικίας, εκπαίδευσης, υγείας και ψυχαγωγίας.

Κέλλυ  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ
Μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις