Φθηνό βιομηχανικό ρεύμα: Για ποιον;

Οι εξελίξεις στη Χαλυβουργία αναδεικνύουν το 
πραγματικό δίλημμα για την εργατική τάξη σχετικά με το 
δρόμο ανάπτυξης που μπορεί να ικανοποιήσει 
τις ανάγκες της
Υπάρχει τρόπος να ξαναλειτουργήσουν τα εργοστάσια του κλάδου της Χαλυβουργίας, που κλείνουν το ένα μετά το άλλο, αυξάνοντας την τεράστια ουρά των ανέργων; Αν πιστέψουμε την κυβέρνηση και την αρμόδια Ενωση των μεγαλομετόχων των ενεργοβόρων βιομηχανιών (EBIKEN) το κρίσιμο ζήτημα που πρέπει να λυθεί δεν είναι άλλο από το «υψηλό ενεργειακό κόστος» της εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής. Μάλιστα, η ηγεσία του ΥΠΕΚΑ ανακοίνωσε ήδη σχετικό πακέτο ελαφρύνσεων των εγχώριων βιομηχανικών ομίλων, ύψους 150 εκατομμυρίων ευρώ.
Παρ' όλα αυτά, οι διοικήσεις των χαλυβουργιών του Μάνεση ή του Αγγελόπουλου δεν αναίρεσαν ούτε καν τις πρόσφατες αποφάσεις τους σχετικά με τις απολύσεις και τη διαθεσιμότητα των εργαζομένων. Καθημερινά αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει κανένα θαυματουργό μέτρο φιλολαϊκής διαχείρισης που να μπορεί να εξαφανίσει την αιτία και τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης καθώς και τις συνεχείς θυσίες των εργαζομένων που απαιτούν τα μονοπώλια για να θωρακίσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Καμία κρατική ρύθμιση, που υπηρετεί το στόχο των μονοπωλιακών ομίλων να ανασχέσουν την πτώση του ποσοστού του κέρδους τους, δεν πρόκειται να μεταφραστεί σε αντίστοιχη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων. Γιατί οι απαιτήσεις του κεφαλαίου για ευνοϊκές κρατικές ρυθμίσεις και η προσπάθειά του για να αυξήσει το βαθμό εκμετάλλευσης, να διασφαλίσει φθηνότερη εργατική δύναμη, υπηρετούν τον ίδιο στόχο: Την κερδοφορία του.
Γι' αυτό ούτε η μείωση των φορολογικών συντελεστών των επιχειρήσεων την προηγούμενη δεκαετία, ούτε η τάση της μείωσης της τιμής της πρώτης ύλης (σκραπ) την τελευταία τριετία δεν άμβλυναν την αντεργατική επίθεση στον κλάδο της Χαλυβουργίας. Το σύνολο των εξελίξεων στη Χαλυβουργία αναδεικνύει το πραγματικό δίλημμα για την εργατική τάξη σχετικά με το δρόμο ανάπτυξης που μπορεί να διασφαλίσει την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Ο δρόμος των εργατικών θυσιών χωρίς τέλος
Η πορεία επιδείνωσης της κατάστασης των χαλυβουργών εργατών με τις απολύσεις, τις μειώσεις των μισθών, την κατεδάφιση των δικαιωμάτων τους είναι γνήσιο τέκνο του δρόμου της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της συμμετοχής της χώρας στην ΕΕ. Οι εργάτες πληρώνουν χωρίς ημερομηνία λήξης:
α. Την καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου στον κλάδο των κατασκευών και ιδιαίτερα στην οικοδομή, που εκδηλώθηκε πολλά χρόνια πριν την έλευση της τρόικας στην Ελλάδα και την υπογραφή των μνημονίων. Στις αρχές του 2013, η παραγωγή στον κλάδο των κατασκευών βρισκόταν στο 39,6% του επιπέδου παραγωγής του 2005 και ιδιαίτερα στην οικοδομή στο 17,3% του 2005. Βασικά έργα υποδομής που αφορούν κοινωνικές ανάγκες (π.χ. αντισεισμική θωράκιση, αντιπλημμυρική προστασία) δεν αποτελούν σημερινή προτεραιότητα για τους κατασκευαστικούς ομίλους με κριτήριο το ποσοστό του κέρδους. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που η βιομηχανική παραγωγή μπετόβεργας από τις χαλυβουργίες έχει πέσει σήμερα στο 15% του επιπέδου που υπήρχε πριν την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα.
β. Την «απελευθέρωση» των τομέων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ, που οδήγησε σε υψηλές τιμές για να διασφαλίσουν τα κέρδη των μετοχών της ΔΕΗ, της ΔΕΠΑ και των άλλων ενεργειακών ομίλων. Με γνώμονα τη διασφάλιση της κερδοφορίας των ιδιωτικών ενεργειακών ομίλων, ενισχύθηκε επίσης η ηλεκτροπαραγωγή από το ακριβό εισαγόμενο φυσικό αέριο σε σχέση με τη φθηνότερη από εγχώριο παραγόμενο λιγνίτη και αυξήθηκε η φορολογία για την κρατική ενίσχυση των επενδύσεων «πράσινης Ενέργειας». Παράλληλα, η επιλογή της κυβέρνησης να προτάξει τα ατλαντικά ενεργειακά σχέδια έναντι των ανταγωνιστικών σχεδίων της Ρωσίας για τη μεταφορά του φυσικού αερίου είχε επιπτώσεις στη συμφωνία για την τιμή εισαγωγής του τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, τα τιμολόγια του εγχώριου βιομηχανικού ρεύματος δε βρίσκονται σήμερα σε σημαντική απόκλιση από τα αντίστοιχα του μέσου όρου της ΕΕ.
γ. Την παρατεταμένη καπιταλιστική κρίση στη ναυπηγική βιομηχανία. Ο κλάδος των ναυπηγείων, και γενικότερα των μεταφορικών μέσων, βρίσκεται σε πορεία συρρίκνωσης πριν από την εκδήλωση της κρίσης στην ελληνική οικονομία, με το σημερινό επίπεδο παραγωγής να φτάνει το 2013 μόλις στο 25% του 2005. Οι Ελληνες εφοπλιστές ναυπηγούν στην Κίνα και γενικότερα στα ασιατικά ναυπηγεία. Οι κοινοτικές δεσμεύσεις και ρήτρες απαγόρευσης παραγωγής νέων πλοίων για ακτοπλοϊκές ανάγκες επιδείνωσαν τη βαθιά κρίση υπερσυσσώρευσης του συγκεκριμένου κλάδου. Η αρνητική επίδραση στην εγχώρια Χαλυβουργία ήταν διπλή, αφού αφ' ενός δε βοηθούσε στη διαφοροποίηση των παραγόμενων εμπορευμάτων (π.χ. παραγωγή λαμαρίνας και όχι μόνο μπετόβεργας) και αφ' ετέρου στερούσε την παραγωγή φθηνής εγχώριας πρώτης ύλης (σκραπ) για τις χαλυβουργικές μονάδες, από τα διαλυτήρια των πλοίων.
δ. Τον ανταγωνισμό των ομίλων μέσα στην άναρχη καπιταλιστική αγορά. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους ομίλους («Χαλυβουργική» του Αγγελόπουλου, «Βιοχάλκο» του Στασινόπουλου, «Χαλυβουργία Ελλάδας» του Μάνεση κ.λπ.) οξύνθηκε με τη συρρίκνωση της εγχώριας αγοράς. Την περίοδο που διανύουμε η μεγαλύτερη στροφή προς τις εξαγωγές κρίνεται επισφαλής, καθώς έχουν δρομολογηθεί επενδυτικά σχέδια στη Β. Αφρική (Αλγερία, Αίγυπτος κ.λπ.), που, αν ολοκληρωθούν, θα παράγουν φθηνότερο χάλυβα. Εξάλλου, το χρηματιστικό κεφάλαιο που ελέγχει τα εργοστάσια της χαλυβουργίας καθορίζει τις επενδυτικές επιλογές του με γνώμονα το ποσοστό του κέρδους του και έχει τη δυνατότητα να στραφεί σε άλλους κλάδους στους οποίους ήδη δραστηριοποιείται (π.χ. Αγγελόπουλοι στη ναυτιλία). Για παράδειγμα, η πρόβλεψη χαμηλής κερδοφορίας οδήγησε σε ναυάγιο το σχέδιο επενδυτικής συνεργασίας ΔΕΗ - «Χαλυβουργικής» για την κατασκευή μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο στην Ελευσίνα το 2011. Αντίστοιχα, με κριτήριο την κερδοφορία του, ο όμιλος Στασινόπουλου μετέφερε τη φορολογική του έδρα στο Λουξεμβούργο, ενώ διατήρησε τη βιομηχανική παραγωγή στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, η θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων περνά μέσα από την κατεδάφιση των δικαιωμάτων και την αύξηση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.
Αυτήν την εφιαλτική πραγματικότητα για τους εργαζόμενους δεν μπορεί να την αντιστρέψει κανένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, καμίας αστικής κυβέρνησης στο έδαφος του καπιταλισμού. Ακόμη και αν φύγει η τρόικα και αν καταργηθεί το σημερινό μνημόνιο, δεν πρόκειται να μεταβληθεί ο αντιλαϊκός χαρακτήρας του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και των αντιλαϊκών δεσμεύσεων της ΕΕ που ισχύουν για όλα τα κράτη - μέλη. Γι' αυτό, εξάλλου, ο ΣΕΒ δεν έχει κανένα πρόβλημα να αναθέσει καθήκοντα καπιταλιστικής παραγωγικής ανασυγκρότησης σε μια αντιμνημονιακή κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη δοκιμαστεί στη στήριξη αιτημάτων των φαρμακοβιομήχανων, του Λαναρά, της «Αλουμίνιον ΑΕ» του ομίλου Μυτιληναίου και γενικότερα του ΣΕΒ. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αποτελεί αυταπάτη ακόμη και η προσδοκία για ανάκτηση των τεράστιων απωλειών του λαού τα τελευταία χρόνια.
Μονόδρομος η οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης
Το παράδειγμα του κλάδου της Χαλυβουργίας φωτίζει την αναγκαιότητα ενός ριζικά διαφορετικού δρόμου ανάπτυξης με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και εργατικό έλεγχο. Υπογραμμίζει τη συντριπτική υπεροχή του δρόμου της εργατικής - λαϊκής εξουσίας για την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.
Ας σκεφτούμε πόσο διαφορετική για τους εργαζόμενους του κλάδου και για το λαό συνολικά θα είναι η κατάσταση αν ακολουθήσουμε το δρόμο ανάπτυξης με γνώμονα την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Ο ενιαίος κρατικός φορέας Χαλυβουργίας θα παράγει διαφορετικά προϊόντα και όχι μόνο μπετόβεργες για να καλύψει τις ανάγκες άλλων βιομηχανικών κλάδων (π.χ. κατασκευές έργων υποδομής και λαϊκής κατοικίας, ναυπήγηση σύγχρονων πλοίων της ακτοπλοΐας, μεταφορικά μέσα), οι οποίοι θα έχουν απαλλαγεί από τον εφιάλτη της καπιταλιστικής κρίσης. Θα αξιοποιήσει τον ορυκτό πλούτο, τα κοιτάσματα χρωμίου και νικελίου καθώς και την υποδομή της ΛΑΡΚΟ, για να παράγει υψηλής ποιότητας ανοξείδωτο χάλυβα, με δυνατότητα εξαγωγών μετά από αμοιβαία επωφελείς διεθνείς συμφωνίες.
Θα στηριχθεί στη φθηνή Ενέργεια από τις σημερινές πλούσιες εγχώριες πηγές (λιγνίτη, υδροηλεκτρικών σταθμών κ.λπ.) και από τα αναξιοποίητα πλούσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων. Θα κατανείμεισυγκεντρωτικά, πανεθνικά, προγραμματισμένα τους εκάστοτε διαθέσιμους υλικούς πόρους, τα μέσα παραγωγής, το εργατικό δυναμικό με βάση προκαθορισμένους στόχους και προτεραιότητες για την κοινωνική ευημερία. Θα μπορεί να προβλέπει εύστοχα τις μελλοντικές ανάγκες προϊόντων χαλυβουργίας στους υπόλοιπους κλάδους της βιομηχανικής παραγωγής και γενικότερα της οικονομίας.
Θα στοχεύει στη ριζική βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας για τους χαλυβουργούς και τα παιδιά τους, στην προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος, στην ενίσχυση των δυνατοτήτων για ουσιαστική άσκηση του εργατικού ελέγχου.
Για να ανοίξει αυτός ο ελπιδοφόρος δρόμος, οι σημερινές αγωνιστικές πρωτοβουλίες για τις Συλλογικές Συμβάσεις, τις απολύσεις, την προστασία των ανέργων, την υγιεινή και την ασφάλεια ενάντια στην «απελευθέρωση» του τομέα Ενέργειας κ.λπ. πρέπει να σημαδέψουν τον πραγματικό αντίπαλο, την άρχουσα τάξη και τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που τη στηρίζουν. Να κλιμακωθούν με γραμμή ρήξης για αποδέσμευση από την ΕΕ, μονομερή διαγραφή του χρέους, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων στη Χαλυβουργία και στο σύνολο της οικονομίας.
Ο πραγματικός εχθρός, το μονοπωλιακό κεφάλαιο δε φοβάται ένα εργατικό κίνημα που υπηρετεί την «κυβερνητική εναλλαγή», υποκλίνεται στην αστική σημαία της ανταγωνιστικότητας και διεκδικεί «φθηνό βιομηχανικό ρεύμα» προς όφελος των μονοπωλιακών ομίλων. Η υιοθέτηση παρόμοιων αιτημάτων ισοδυναμεί με αποδοχή να συνεχίσει να πληρώνει η εργατική τάξη τις συνέπειες της κρίσης, καθώς και τα μέτρα στήριξης των μονοπωλίων (όπως οι ρυθμίσεις για το βιομηχανικό ρεύμα) για να διασωθούν τα κέρδη του κεφαλαίου και να επιστρέψουμε σε μία προσωρινή καπιταλιστική ανάκαμψη με μισθούς πείνας και ανύπαρκτα εργατικά δικαιώματα.
Γι' αυτό, η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος προϋποθέτει σκληρή ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση με τις προδοτικές συνδικαλιστικές ηγεσίες του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Απαιτεί αποφασιστικό αγώνα για τη ριζική αλλαγή συσχετισμού σε κάθε χώρο δουλειάς, κάθε κλάδο, συνολικά στο εργατικό κίνημα. Γι' αυτό και χρειάζεται να ενισχυθεί η λαϊκή αντιπολίτευση απέναντι στα μονοπώλια, στο αστικό κράτος, σε κάθε αστική κυβέρνηση που υλοποιεί την πολιτική τους. Γι' αυτό και πρέπει να ενισχυθεί το ΚΚΕ παντού και στις εκλογικές μάχες που βρίσκονται μπροστά μας.
Μάκης  ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ
Υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής και του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις