Αυγουστος - Σεπτεμβρης 1917: Η ενοπλη εξεγερση στην ημερησια διαταξη

Οι μπολσεβίκοι κινητοποιούν 
την Κόκκινη Φρουρά
και αντιμετωπίζουν το πραξικόπημα 
του Κορνίλοφ 
Χαρακτηρίζοντας την πολιτική κατάσταση της χώρας μετά τις μέρες του Ιούλη, ο Λένιν τόνιζε: «Η ταξική πάλη ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο οξύνθηκε στο έπακρο: και στις 20 - 21 του Απρίλη και στις 3 - 5 του Ιούλη παρά λίγο να αρχίσει στη χώρα μας ο εμφύλιος πόλεμος... Η αστική τάξη είναι πυρ και μανία ενάντια στα Σοβιέτ, είναι όμως ακόμη ανίσχυρη για να τα διαλύσει μονομιάς, κι αυτά, καθώς εκπορνεύονται από τους κυρίους Τσερετέλι, Τσερνόφ και Σία, είναι πια ανίσχυρα να προβάλουν σοβαρή αντίσταση στην αστική τάξη.
Οι τσιφλικάδες και η αγροτιά ζουν επίσης στις παραμονές εμφυλίου πολέμου, οι αγρότες απαιτούν γη και ελευθερία...
Προσθέστε σ' αυτόν τον παράγοντα τις στρατιωτικές ήττες, που τις προκάλεσε η τυχοδιωκτική επίθεση, όταν ιδιαίτερη πέραση έχουν οι φράσεις για τη σωτηρία της πατρίδας (που συγκαλύπτουν την επιθυμία να σώσουν το ιμπεριαλιστικό πρόγραμμα της αστικής τάξης)...»(«Απαντα», τόμ. 34, σελ. 49, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»).
Ο Λένιν θεωρούσε αδικαιολόγητες τις αυταπάτες ότι δήθεν η νέα σύνθεση της Προσωρινής Κυβέρνησης ήταν περισσότερο «δημοκρατική» από τις προηγούμενες, ότι η καλοπροαίρετη κριτική των Σοβιέτ μπορεί να διορθώσει τα λάθη της κυβέρνησης ή ότι οι αυθαίρετες συλλήψεις και το κλείσιμο των μπολσεβίκικων εφημερίδων ήταν μεμονωμένες περιπτώσεις που, τάχα, δεν θα επαναληφθούν. «Οχι», υπογράμμιζε ο Λένιν, «η πάλη ενάντια στην αστική αντεπανάσταση απαιτεί νηφαλιότητα και ικανότητα να βλέπουμε και να λέμε αυτό που είναι» («Απαντα», τόμ. 34, σελ. 50, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»).
Το 6ο Συνέδριο του ΣΔΕΚΡ (Μπ.)
Οι εργάτες της Πετρούπολης κινητοποιούνται
για τον αγώνα ενάντια στη στάση του Κορνίλοφ
Αυτήν τη νηφαλιότητα και ικανότητα να βλέπουμε και να λέμε αυτό που είναι, διαδήλωσε το 6ο Συνέδριο του Μπολσεβίκικου Κόμματος (26 Ιούλη - 3 Αυγούστου).
Ενα από τα πρώτα θέματα που συζητήθηκαν στο Συνέδριο ήταν το ζήτημα της δικαστικής δίωξης εναντίον του Λένιν και της απόφασης που είχε πάρει το Κόμμα να μην εμφανιστεί ο Λένιν στο δικαστήριο. Το Συνέδριο σημείωσε σχετικά με αυτό:
«Θεωρώντας ότι κάτω από τέτοιες συνθήκες δεν υπάρχει καμιά απολύτως εγγύηση, όχι μόνο αμερόληπτης δικαστικής διαδικασίας, αλλά και στοιχειώδους ασφάλειας των παραπεμπόμενων στο δικαστήριο, το Συνέδριο του ΣΔΕΚΡ (Μπ.) εκφράζει την έντονη διαμαρτυρία του ενάντια στον εξοργιστικό εισαγγελικό χαφιεδικο-αστυνομικό συκοφαντικό κατατρεγμό των αρχηγών του επαναστατικού προλεταριάτου...». «Εχει μήπως το Κόμμα το δικαίωμα να στερηθεί τις υποδείξεις των κυριότερων ηγετών του;», ρωτούσε στην ομιλία του ο Α. Σλίχτερ. «Στο Συνέδριο αυτό δεν παρευρίσκεται ο σύντροφος Λένιν και δεν υπάρχει ελπίδα ότι όλα θα φωτιστούν εξαντλητικά. Μπορεί να είναι κακό ότι είμαστε τόσο δεμένοι, αλλά είναι γεγονός... Είναι απαραίτητο και από την παρανομία να δίνει τις οδηγίες του ο Λένιν. Στην απόφαση πρέπει να τονίσουμε ότι αποκρούουμε με περιφρόνηση τη συκοφαντία, ότι λέμε: Δεν παραδίνουμε τον Λένιν, όχι σα μικροαστοί, επειδή φοβόμαστε τις διώξεις, αλλά σαν εκπρόσωποι του προλεταριάτου. Δεν τον παραδίνουμε, γιατί ο Λένιν μάς χρειάζεται, γιατί η επανάσταση δεν τέλειωσε».
Το Συνέδριο έστειλε χαιρετιστήριο στον Λένιν και τον εξέλεξε επίτιμο πρόεδρό του. «Μόνο τυπικά μπορούμε να πούμε ότι το Συνέδριο συνήλθε χωρίς τον Λένιν», έλεγε ο Ε. Γιαροσλάβσκι (αντιπρόσωπος στο Συνέδριο της στρατιωτικής οργάνωσης του ΣΔΕΚΡ (Μπ.) της Μόσχας, μέλος του Κόμματος από το 1898), στην πραγματικότητα ο Λένιν «καθοδηγούσε το Συνέδριο, έπαιρνε μέρος στις εργασίες του και η επεξεργασία των σπουδαιότερων ντοκουμέντων γινόταν με συμμετοχή και εν γνώσει του Λένιν».
Με εντολή της Κεντρικής Επιτροπής, εισήγηση για την πολιτική κατάσταση, όπως και πολιτική έκθεση της ΚΕ, έκανε ο Ιωσήφ Στάλιν. Αφού αναφέρθηκε με λεπτομέρειες στα γεγονότα του Ιούνη - Ιούλη και απαντώντας στις συκοφαντίες ότι τάχα η ανάμειξη των μπολσεβίκων προκάλεσε την αιματοχυσία, τόνισε: «Το Κόμμα μας πάντοτε πήγαινε με τις μάζες ... Τι σόι μαζικό κόμμα θα είναι αυτό που θα περνά δίπλα από το κίνημα των μαζών! ... Ο Τσερετέλι και οι άλλοι που μας κατηγορούν ότι αναμειχτήκαμε στο κίνημα, με τον τρόπο αυτό υπογράφουν τη θανατική τους καταδίκη. Μιλάνε για αιματοχυσία, όμως η αιματοχυσία θα ήταν πιο φρικτή αν το Κόμμα δεν αναμειγνυόταν στην εκδήλωση».
Ακολουθώντας τις υποδείξεις του Λένιν, το Συνέδριο απέσυρε το σύνθημα «Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ», ξεκαθαρίζοντας όμως ότι η προσωρινή άρση του συνθήματος αυτού δεν σήμαινε απάρνηση των Σοβιέτ γενικά. Ο Στάλιν, απαντώντας σε ερωτήσεις αντιπροσώπων, ανέφερε στην εισήγησή του σχετικά: «Αν εμείς προτείνουμε ν' αποσυρθεί το σύνθημα "Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ!", απ' αυτό δεν βγαίνει καθόλου το συμπέρασμα ότι προτείνουμε "Κάτω τα Σοβιέτ!". Κι εμείς που αποσύρουμε αυτό το σύνθημα, ταυτόχρονα δεν φεύγουμε ούτε κι απ' αυτήν ακόμα την Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ, παρόλο τον αξιοθρήνητο ρόλο που παίζει τον τελευταίο καιρό... Η άρση του συνθήματος να περάσει η εξουσία στα χέρια των Σοβιέτ δεν σημαίνει και "Κάτω τα Σοβιέτ!"... Η στάση μας απέναντι στα Σοβιέτ εκείνα, όπου έχουμε την πλειοψηφία, χαρακτηρίζεται από την πιο μεγάλη συμπάθεια. Να μας ζήσουν αυτά τα Σοβιέτ και να δυναμώσουν. Η δύναμη όμως δεν βρίσκεται πια στα Σοβιέτ. Προηγούμενα η Προσωρινή Κυβέρνηση έβγαζε ένα διάταγμα και η Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ ένα αντιδιάταγμα, και πρέπει να προσθέσουμε ότι μόνο το δεύτερο αποκτούσε ισχύ νόμου. Θυμηθείτε την ιστορία με τη Διαταγή αρ. 1. Τώρα όμως η Προσωρινή Κυβέρνηση δεν λογαριάζει καθόλου την Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή... Τώρα δεν πρόκειται για την κατάκτηση της πλειοψηφίας στα Σοβιέτ, πράγμα αυτό καθεαυτό πολύ σπουδαίο, αλλά για το γκρέμισμα της αντεπαναστατικής δικτατορίας»(«Απαντα», τόμ. 3, σελ. 207).
Η απόφαση του Συνεδρίου πρόβαλε σαν πρώτιστο καθήκον την πάλη για την ανατροπή της αντεπαναστατικής δικτατορίας της αστικής τάξης και την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο, σε συμμαχία με την αγροτική φτωχολογιά, με εξέγερση. Επρεπε όχι μόνο να ετοιμαστούν προσεκτικά και πολύπλευρα οι δυνάμεις για τον ένοπλο αγώνα, αλλά και να προσδιοριστεί σωστά η κατάλληλη, η πιο ευνοϊκή στιγμή. Το Συνέδριο απηύθυνε διακήρυξη προς όλους τους εργαζόμενους, προς όλους τους εργάτες, στρατιώτες και αγρότες της Ρωσίας, καλώντας τους να ετοιμαστούν κάτω από τις σημαίες του Μπολσεβίκικου Κόμματος για την αποφασιστική μάχη κατά της αντεπανάστασης. Η διακήρυξη έγραφε: «Στη μάχη αυτή το Κόμμα μας προχωρεί με ξεδιπλωμένες τις σημαίες του, κρατώντας τες σταθερά στα χέρια του. Δεν τις υπέστειλε μπρος στους βρωμερούς συκοφάντες, μπρος στους προδότες της επανάστασης και τους υπηρέτες του κεφαλαίου. Και στο μέλλον θα τις κρατά ψηλά, αγωνιζόμενο για το σοσιαλισμό, για την αδελφοσύνη των λαών. Γιατί ξέρει ότι πλησιάζει το νέο κίνημα και θα φτάσει η ώρα του θανάτου του παλιού κόσμου».
Στην εισήγηση για την οργανωτική δραστηριότητα της ΚΕ, ο Γιάκοβ Σβερντλόφ ανέφερε ότι η προσωρινή νίκη της αντεπανάστασης μετά από τις μέρες του Ιούλη όχι μόνο δεν σταμάτησε την άνοδο του Κόμματος, αλλά και προκάλεσε εισροή νέων μελών από τους εργάτες και τους αγρότες. Από τον Απρίλη του 1917, ο αριθμός των μελών του Κόμματος τριπλασιάστηκε, ενώ ο αριθμός των μπολσεβίκικων τοπικών Οργανώσεων υπερδιπλασιάστηκε.
Το 6ο Συνέδριο ψήφισε απόφαση, με βάση την οποία έγινε δεκτή στο ΣΔΕΚΡ (Μπ.) η λεγόμενη «Διαχτιδική Οργάνωση Σοσιαλδημοκρατών», που είχε σχεδόν 4.000 μέλη. Οι λεγόμενοι «Διαχτιδικοί» («Μεζραγιόντσι») ήταν ομάδα που είχε ιδρυθεί το 1913 υπό το σύνθημα της «ενότητας του κόμματος» και κρατούσε κεντριστική στάση ανάμεσα στους μπολσεβίκους και τους μενσεβίκους. Χαρακτήρισαν σωστά τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό και τάχτηκαν ενάντια στον σοσιαλσοβινισμό, αλλά αρνούνταν να έρθουν σε πλήρη ρήξη με τους μενσεβίκους. Δηλώνοντας ότι συμφωνούν με τη γραμμή των μπολσεβίκων, συνεργάστηκαν μαζί τους στις εκλογές για τα συνοικιακά δημοτικά συμβούλια της Πετρούπολης το Μάη - Ιούνη του 1917 και, αφού ξέκοψαν από τους μενσεβίκους, έγιναν δεκτοί στο Κόμμα των Μπολσεβίκων. Στελέχη τους, που στο Συνέδριο προσχώρησαν στις γραμμές του Κόμματος, ήταν ο Β. Βολοντάρσκι, ο Α. Ιόφε, ο Α. Λουνατσάρσκι, ο Ν. Μανουίλσκι, ο Λ. Τρότσκι, ο Μ. Ουρίτσκι, ο Κ. Γιούρενεφ και άλλοι.
Το Συνέδριο ασχολήθηκε σε ειδική συζήτηση για τη δουλειά του στη νεολαία. Στην Απόφαση «Για τις ενώσεις της νεολαίας» αναφερόταν: «Σήμερα, όταν ο αγώνας της εργατικής τάξης περνά στη φάση του άμεσου αγώνα για σοσιαλισμό, το Συνέδριο θεωρεί τη βοήθεια στην ίδρυση ταξικών σοσιαλιστικών οργανώσεων της εργατικής νεολαίας σαν ένα από τα επείγοντα καθήκοντα της στιγμής και βάζει στις κομματικές οργανώσεις το καθήκον να δώσουν στη δουλειά αυτήν τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή...».
Συζήτησε, επίσης, για τη δουλειά του Κόμματος στα εργατικά συνδικάτα. Στην Απόφαση «Για το συνδικαλιστικό κίνημα», το 6ο Συνέδριο του Κόμματος των Μπολσεβίκων έκανε οξεία κριτική στη θέση των μενσεβίκων περί «ουδετερότητας των συνδικαλιστικών ενώσεων» και τέθηκε ο στόχος να επιδιωχτεί η συσπείρωση των εργατών στα συνδικάτα και τα μέλη του Κόμματος να δουλέψουν δραστήρια για το κέρδισμα των εργατών. Το Συνέδριο ολοκληρώθηκε στις 3 Αυγούστου και όλες του οι Αποφάσεις κατευθύνονταν ενιαία στο βασικό στόχο: Την προετοιμασία των μαζών για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Δραστικά μέτρα ενάντια στους μπολσεβίκους
Προφυλακή επαναστατικών στρατευμάτων,
ακροβολισμένη απέναντι στους στασιαστές
στο σταθμό Ποπόφκα
Η αντεπανάσταση, όμως, δεν έμενε αδρανής. Ξεκίνησε ανοιχτά η συγκέντρωση όλων των αντιπρολεταριακών, αντεπαναστατικών δυνάμεων, με σκοπό να προετοιμαστεί το αποφασιστικό χτύπημα ενάντια στους μπολσεβίκους. Αυτό, άλλωστε, μετέφερε εμπιστευτικά ο Κερένσκι στον πρώην αυτοκράτορα κατά την επίσκεψή του στο Τσάρσκογιε Σελό στα τέλη Ιούλη. Ανακοίνωσε στον Νικόλαο Β΄ την απόφαση της Προσωρινής Κυβέρνησης να μεταφέρει τον ίδιο και την οικογένειά του στο Τομπόλσκ, εξηγώντας του ότι η απόφαση αυτή σχετίζεται με επικείμενα «δραστικά μέτρα» που σκοπεύει να πάρει η κυβέρνηση εναντίον των μπολσεβίκων. Κατά τα λεγόμενα του Κερένσκι, οι ένοπλες συγκρούσεις θεωρούνταν αναπόφευκτες και σ' αυτές πιθανό πρώτο θύμα θα μπορούσε να είναι η τσαρική οικογένεια. Γι' αυτό και θεωρούσε χρέος του να την προφυλάξει από πιθανά απρόοπτα.
Τις ίδιες μέρες ξεκίνησε και η προετοιμασία για τη λήψη των «πιο δραστικών μέτρων εναντίον των μπολσεβίκων», που είχε υποσχεθεί ο Κερένσκι. Στο στρατό συγκροτήθηκαν ειδικές μονάδες κρούσης, «τάγματα θανάτου», ενώσεις παρασημοφορημένων με το «σταυρό του Αγίου Γεωργίου» του τσαρικού στρατού, δυνάμεις πιστές στην αντεπανάσταση. Ιδρύθηκαν μια σειρά αντεπαναστατικές οργανώσεις όπως ο «Σύνδεσμος Στρατιωτικού Καθήκοντος», ο «Σύνδεσμος Σωτηρίας της Πατρίδας», ο «Σύνδεσμος Τιμής και Πατρίδας» κ.ά. Ολες αυτές είχαν έναν κοινό σκοπό: Να εξοντώσουν τα Σοβιέτ, να καταπνίξουν την επανάσταση και να εγκαθιδρύσουν, όπως έγραφε η εφημερίδα «Ούτρο Ροσίι» στις 12 Αυγούστου, μια ισχυρή, σκληρή και σταθερή εξουσία. «Αυτή πρέπει να αρχίσει από το στρατό», υπογραμμιζόταν ανοιχτά στο ίδιο άρθρο, «και να επεκταθεί σε ολόκληρη τη χώρα».
Ο "άλλος άνθρωπος" στρατηγός Κορνίλοφ
Αφοπλισμός του στρατού του στρατηγού Κορνίλοφ
Η αντεπανάσταση προσπαθούσε να πραγματοποιήσει το στόχο της για «σκληρή εξουσία» και ο στρατηγός Κορνίλοφ έγινε το ίνδαλμα όλων των αντιδραστικών δυνάμεων. Ηδη στις 7 Ιούλη, σε τηλεγράφημά του προς την Προσωρινή Κυβέρνηση, ο Κορνίλοφ απαιτούσε την άμεση επαναφορά της θανατικής ποινής και τη συγκρότηση στρατοδικείων. Χαρακτηρίζοντας τον ξεσηκωμό των επαναστατημένων στρατιωτών ως «αποσύνθεση του στρατού», σημείωνε: «Τη συμφορά αυτήν ή θα την εξαλείψει η επαναστατική κυβέρνηση ή, αν αυτή δεν θα μπορέσει να το κάνει αυτό, θα προβληθούν άλλοι άνθρωποι από την αναπόφευκτη πορεία της Ιστορίας». Εναν τέτοιον «άλλον άνθρωπο», αποφασιστικό, σκληρό, που δεν φοβάται να βάψει τα χέρια του στο αίμα, θεωρούσε ο ίδιος τον εαυτό του. Τέτοιον τον θεωρούσε και η ρωσική αστική τάξη. Σε έκκληση που απηύθυνε προς τον Κορνίλοφ μια «σύσκεψη κοινωνικών παραγόντων», που διοργανώθηκε από εμπόρους και βιομήχανους, αναφερόταν: «Στην τρομερή ώρα της βαριάς δοκιμασίας όλη η σκεπτόμενη Ρωσία εσάς ατενίζει με ελπίδα και πίστη». Ο Αγγλος πρεσβευτής Τζ. Μπιουκάναν δήλωνε: «Ολες οι συμπάθειές μου ήταν με το μέρος του Κορνίλοφ. Ο Κορνίλοφ είναι ένας άνθρωπος πολύ πιο ισχυρός από τον Κερένσκι».
Στις 19 Ιούλη ο Κορνίλοφ διορίστηκε ανώτατος διοικητής και παρουσίασε ένα πρόγραμμα «ειρήνευσης» της Ρωσίας. Το πρόγραμμα αυτό περιλάμβανε μέτρα για την «απομάκρυνση της πολιτικής από το στρατό» (προβλέποντας την εφαρμογή θανατικής ποινής και στρατοπέδων συγκέντρωσης για όσους δεν συμμορφώνονταν) καθώς επίσης και για την κατάπνιξη του εργατικού κινήματος. Η αστική τάξη υπολόγιζε ότι με την επιβολή ενός σκληρού στρατιωτικού καθεστώτος θα είχε την ελπίδα να συντρίψει τις επαναστατικές δυνάμεις, να «προφυλάξει τη Ρωσία από τον κίνδυνο του μπολσεβικισμού που πλησίαζε».
Η Κρατική Σύσκεψη στη Μόσχα
Οι σχεδιασμοί της αστικής τάξης για το πραξικόπημα συνδέθηκαν με τη σύγκληση της λεγόμενης Κρατικής Σύσκεψης για τις 12 - 14 Αυγούστου στη Μόσχα. Η Κρατική Σύσκεψη έγινε με στόχο την ισχυροποίηση της κρατικής εξουσίας και σε αυτήν πήραν μέρος βουλευτές της Κρατικής Δούμας, αντιπρόσωποι των ζέμστβο, αντιπρόσωποι των εμπορικών και βιομηχανικών κύκλων, των τραπεζών, του κλήρου κ.λπ. Η συμβιβασμένη ηγεσία των Σοβιέτ έστειλε μια αντιπροσωπεία από μενσεβίκους και εσέρους. Στην Κρατική Σύσκεψη, η αντεπανάσταση εξέθεσε ανοιχτά το πρόγραμμά της: Κατάργηση όλων των Σοβιέτ καθώς και των επιτροπών στο στρατό, παράδοση των λειτουργιών διεύθυνσης, «που είχαν σφετεριστεί τα Σοβιέτ», στις δημοτικές αρχές, «πόλεμος ως την τελική νίκη σε πλήρη σύμπνοια με τους συμμάχους μας», άρνηση κάθε «κοινωνικής μεταρρύθμισης και κάθε κοινωνικού πειραματισμού» και συνέχιση του ενεργού αγώνα κατά του Μπολσεβίκικου Κόμματος, κήρυξη εκτός νόμου του Κόμματος και μαζικές διώξεις εναντίον των μελών του. Το πρόγραμμα αυτό ανταποκρινόταν πλήρως στη σύνθεση της Κρατικής Σύσκεψης.
Ο Κερένσκι έβγαλε έναν φιλοπόλεμο λόγο και τόνιζε ότι η κυβέρνηση με «όσες δυνάμεις έχει» αγωνίζεται κατά των μπολσεβίκων. Οι μενσεβίκοι και οι εσέροι διαβεβαίωναν διστακτικά ότι είναι προς το συμφέρον της αστικής εξουσίας να διατηρηθούν προς το παρόν τα Σοβιέτ, καθώς χρησιμοποιούν τη λαϊκή τους αναγνώριση για την υποστήριξη της Προσωρινής Κυβέρνησης. Ο μοναρχικός Σουλγκίν διαπίστωνε με ικανοποίηση: «Πριν πέντε μήνες, όποιος τολμούσε να πει κάτι εναντίον της επανάστασης θα τον είχαν λιντσάρει». Ενώ τώρα, συμπλήρωνε, οι διαθέσεις άλλαξαν. Ο Σουλγκίν βέβαια έκανε λάθος. Εκτιμούσε ως «αλλαγή διαθέσεων» τη συνθηκολόγηση των εσέρων και μενσεβίκων εκπροσώπων των Σοβιέτ, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις πραγματικές διαθέσεις των επαναστατημένων μαζών.
Οι επαναστατημένες μάζες στο προσκήνιο
Με πρωτοβουλία των μπολσεβίκων αποφασίστηκε να δοθεί απάντηση από την εργατική τάξη στην Κρατική Σύσκεψη. Στις 9 Αυγούστου, η συνεδρίαση των διοικήσεων 41 Συνδικάτων της Μόσχας μαζί με το Κεντρικό Γραφείο των Συνδικάτων, ύστερα από την εισήγηση του εκπροσώπου της επιτροπής των μπολσεβίκων της Μόσχας Ι. Ι. Σκβορτσόφ - Στεπάνοφ, αποφάσισε να κηρύξει για τις 12 Αυγούστου 24ωρη απεργία και να πραγματοποιήσει συλλαλητήρια διαμαρτυρίας.
Τη μέρα έναρξης της Κρατικής Σύσκεψης απεργούσαν στη Μόσχα και τα προάστιά της περίπου 400.000 άτομα. Η κίνηση των τραμ διακόπηκε, τα εστιατόρια και τα καφενεία είχαν κλείσει. Ολόκληρη η περιοχή γύρω από το Θέατρο Μπολσόι, όπου γινόταν η σύσκεψη, είχε περικυκλωθεί με έναν τριπλό δακτύλιο στρατιωτών και ευέλπιδων. Και παρ' όλ' αυτά, πριν από την έναρξη της σύσκεψης, κοντά στο κτίριο του θεάτρου, είχαν συγκεντρωθεί πάνω από 10.000 άτομα.
24ωρες απεργίες, διαδηλώσεις και συλλαλητήρια διαμαρτυρίας είχαν γίνει την ίδια μέρα στις πόλεις Γκους - Χρουστάλνι, Κοστρομά, Κίεβο, Τούλα, Νίζνι Νόβγκοροντ, Σαμάρα και αλλού. Εναντίον της Κρατικής Σύσκεψης έγιναν επίσης πολυπληθή συλλαλητήρια διαμαρτυρίας στις επιχειρήσεις και τα εργοστάσια της Πετρούπολης.
Η συνέλευση των εργατών των ναυπηγείων, του Πουτίλοφ απαίτησε επανεκλογή της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων της Πετρούπολης, επειδή αποφάσισε να λάβει μέρος στην Κρατική Σύσκεψη χωρίς να έχει συγκαλέσει προηγουμένως γενική συνέλευση του Σοβιέτ.
Η γενική συνέλευση του 2ου Λόχου τάγματος μηχανικού του φρουρίου του «Μεγάλου Πέτρου» απαίτησε την άμεση κατάργηση της θανατικής ποινής, την απελευθέρωση των συλληφθέντων επαναστατών, τη διάλυση της Κρατικής Δούμας και του Κρατικού Συμβουλίου, τη φυλάκιση των ηγετών των αντεπαναστατικών κομμάτων, τη σύγκληση το ταχύτερο Συντακτικής Συνέλευσης. Οι στρατιώτες διαμαρτυρήθηκαν κατά της απαγόρευσης των επαναστατικών εφημερίδων, της διάλυσης των σοσιαλιστικών οργανώσεων και της σύγκλησης της Κρατικής Σύσκεψης της Μόσχας. Εξέφρασαν την ετοιμότητά τους να υπερασπίσουν την επανάσταση. Η αντεπανάσταση όμως ετοιμαζόταν κι αυτή.
Εχθροί του λαού
Στις 12 Αυγούστου, ο Κορνίλοφ διέταξε τη συγκρότηση εφεδρικών συνταγμάτων πεζικού στις πόλεις Πσκοφ, Μινσκ, Κίεβο και Οδησσό, που θα ήταν σε ετοιμότητα για το χτύπημα της επανάστασης. Μετά από τη λήξη των εργασιών της Κρατικής Σύσκεψης, ο Κορνίλοφ μετέβη στο στρατηγείο στο Μογκιλιόφ. Με πρόσχημα την ασφάλεια της Πετρούπολης και σε συμφωνία με την Προσωρινή Κυβέρνηση κίνησε προς την πρωτεύουσα τις πιο πιστές του στρατιωτικές μονάδες. Τελικά, στις 26 Αυγούστου ο Κορνίλοφ απέστειλε τελεσίγραφο, με το οποίο ανακοίνωνε την απαίτησή του να δοθεί σε αυτόν όλη η στρατιωτική και πολιτική εξουσία ως τη μόνη διέξοδο για τη «σωτηρία της πατρίδας». Ο Κερένσκι, φοβούμενος ότι οι μάζες μαζί με τον στασιαστή στρατηγό θα σάρωναν κι αυτόν, ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα βρισκόταν σε άμεση συνεννόηση με τον Κορνίλοφ, τελικά αποφάσισε να τον καταγγείλει ως στασιαστή. Σε έκτακτη συνεδρίαση της Προσωρινής Κυβέρνησης ανακοίνωσε τη ρήξη του με τον Κορνίλοφ και ζήτησε να του δοθούν δικτατορικές αρμοδιότητες. Οι καντέτοι υπουργοί, που υπολόγιζαν να μπουν στη μελλοντική κυβέρνηση του Κορνίλοφ, δήλωσαν την παραίτησή τους. Στις 27 Αυγούστου ο Κερένσκι και ο Κορνίλοφ, με τις ίδιες εκφράσεις, κήρυξαν ο ένας τον άλλον «εχθρό του λαού».
Με εντολή του Κορνίλοφ στάλθηκε για την κατάληψη της Πετρούπολης το 3ο Σώμα Ιππικού, κατά του Τσάρσκογιε Σελό η Μεραρχία Ιππικού του Καυκάσου (η λεγόμενη «άγρια μεραρχία») και κατά της Γκάτσινα η 1η Κοζάκικη Μεραρχία του Ντον του 3ου Σώματος Ιππικού. Ακόμη και οι σύγχρονοι σχολιαστές των γεγονότων κατέληξαν εύκολα στο συμπέρασμα, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η αντιδραστική εφημερίδα «Ομπσεγιε Ντέλο», ότι ουσιαστικά δεν υπήρξε «συνωμοσία του Κορνίλοφ», αλλά αποτυχημένη «συνεννόηση του Κερένσκι με τον Κορνίλοφ».
Ο λαός, το όνομα του οποίου επικαλούνταν τόσο ο Κορνίλοφ όσο και ο Κερένσκι, δεν υποστήριξε ούτε τον έναν ούτε τον άλλον. Ο κίνδυνος που απειλούσε την επανάσταση ξεσήκωσε τις λαϊκές μάζες, επικεφαλής των οποίων μπήκε το Μπολσεβίκικο Κόμμα. Το κάλεσμα του Κόμματος προς τους εργάτες και τους στρατιώτες να πάρουν στα χέρια τους την υπεράσπιση της επανάστασης βρήκε θερμή απήχηση. Οι μπολσεβίκοι κατόρθωσαν όχι μόνο να δώσουν παλλαϊκή έκταση στον αγώνα κατά του Κορνίλοφ, αλλά και να ξεσκεπάσουν ολόπλευρα τον Κερένσκι σαν καλυμμένο κορνιλοφικό, που εφάρμοζε το ίδιο επίσης αντεπαναστατικό πρόγραμμα με άλλα μέσα. Η ΚΕ κάλεσε τους εργάτες και τους στρατιώτες να αποδείξουν πως αυτοί είναι ισχυρότεροι από την αστική αντεπανάσταση.
Η Κόκκινη Φρουρά στην πρώτη γραμμή
Στην έκτακτη συνεδρίαση της Επιτροπής Πετρούπολης του Κόμματος υπό την προεδρία του Σ. Κοσιόρ και με εισήγηση του Α. Μπουμπνόφ προτάθηκαν συγκεκριμένα μέτρα για την κινητοποίηση των μαζών. Στη δουλειά αυτή είχε συμπεριληφθεί και η Στρατιωτική Οργάνωση της ΚΕ του ΣΔΕΚΡ (Μπ.). Ο Γραμματέας της ΚΕ Σβερντλόφ έκανε σύσκεψη των εκπροσώπων των μπολσεβίκικων πυρήνων των εφεδρικών συνταγμάτων της πρωτεύουσας. Η Πετρούπολη προέταξε περίπου 60.000 κοκκινοφρουρούς στρατιώτες και ναύτες για την υπεράσπιση της επανάστασης. Αποφασιστικά αποκρούστηκαν οι κορνιλοφικοί και στα μέτωπα. Οι στρατιωτικές επιτροπές εγκαθιστούσαν έλεγχο στα επιτελεία, συγκροτούσαν μεικτά τμήματα για τον αγώνα κατά της ανταρσίας. Αξίζει να αναφερθούν ως παράδειγμα οι αποφασιστικές ενέργειες του επιτελείου των επαναστατικών στρατευμάτων στο Μινσκ, με επικεφαλής τον Μ. Φρούνζε, οι οποίες κατάφεραν να απομονώσουν τις δυνάμεις κρούσης της αντεπανάστασης, που κατευθύνονταν προς την πρωτεύουσα. Η στάση του Κορνίλοφ απέτυχε πέρα για πέρα, πριν ακόμη πέσει έστω κι ένας πυροβολισμός. Στην ουσία, ένας πυροβολισμός ακούστηκε, αυτός της αυτοκτονίας του στρατηγού Κρίμοφ, που είχε τοποθετηθεί από τον Κορνίλοφ επικεφαλής των τμημάτων που πήγαιναν για την Πετρούπολη.
Χάρη στην κινητοποίηση των εργατών και στρατιωτών υπό την καθοδήγηση των Μπολσεβίκων η απόπειρα συντριβής της επανάστασης απέτυχε παταγωδώς. Οι μερικές μέρες αγώνα κατά του κορνιλοφισμού επιτάχυναν σημαντικά την πολιτική ωρίμανση ευρύτερων τμημάτων του λαού. Ο Λένιν έγραψε: «Εφτασε όμως να φυσήξει το "δροσερό αεράκι"' του κορνιλοφισμού, που προμήνυε μεγάλη φουρτούνα, για να εξανεμιστεί για ένα διάστημα καθετί το μουχλιασμένο που υπήρχε στα Σοβιέτ και να αρχίσει να εκδηλώνεται η πρωτοβουλία των επαναστατικών μαζών σαν κάτι το μεγαλειώδες, το ρωμαλέο, το ακατάβλητο» («Απαντα», τόμ. 34, σελ. 204, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις