Στον αποηχο των γερμανικων εκλογων

Πολλά γράφονται και στην Ελλάδα αυτές τις μέρες για τις γερμανικές εκλογές: Αναλύσεις επί αναλύσεων και κυρίως μια προσπάθεια να προβλεφθούν οι πιθανές συνέπειες σε ό,τι αφορά τα προτάγματα της ελληνικής αστικής τάξης για έγκαιρη ολοκλήρωση της τρίτης «αξιολόγησης» και «καθαρή έξοδο» στις αγορές. Η συζήτηση επεκτείνεται σε μια μεγάλη γκάμα θεμάτων: Από τις αιτίες της εκλογικής συρρίκνωσης Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, μέχρι τους παράγοντες που συνέβαλαν στην άνοδο της εθνικιστικής - ευρωσκεπτικιστικής AfD. Αλλά και τις συνέπειες που θα έχει στην πορεία αναμόρφωσης της ΕΕ η (σχεδόν βέβαιη) συμμετοχή του κόμματος των Φιλελευθέρων στην επόμενη κυβέρνηση συνασπισμού. Στον απόηχο των εκλογών, τα αστικά επιτελεία εκφράζουν ανησυχίες για «στασιμότητα» στην παραπέρα «εμβάθυνση» της ΕΕ και προσπαθούν να μετατρέψουν τους ανταγωνισμούς, τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις τους σε αγωνίες των εργαζομένων και του λαού.
Ενα στοιχείο που αναδεικνύεται από το εκλογικό αποτέλεσμα είναι η δυσαρέσκεια για την αντιλαϊκή πολιτική και τα μέτρα στήριξης της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη Γερμανία, διαχρονικά απ' όλες τις κυβερνήσεις. Καθόλου τυχαία, άλλωστε, το βασικό διακύβευμα στην προεκλογική αντιπαράθεση ήταν το ποιος μπορεί καλύτερα να εγγυηθεί την πρωτοκαθεδρία του γερμανικού κεφαλαίου στην ΕΕ και να θωρακίσει την ανταγωνιστικότητά του παγκόσμια, σε ένα περιβάλλον οικονομικής ρευστότητας και ανακατατάξεων στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Επομένως, η συνέχιση και ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής για λογαριασμό της γερμανικής αστικής τάξης ήταν «ένα το κρατούμενο» για όλες τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, ανεξάρτητα από επιμέρους διαφορετικές απόψεις και «συνταγές», πάνω στις οποίες διεξάγεται έντονη ενδοαστική αντιπαράθεση και στη Γερμανία. Αυτή η πολιτική στήριξης του γερμανικού κεφαλαίου εκφράστηκε τα προηγούμενα χρόνια (ιδιαίτερα μετά το 2000) με σαρωτικές ανατροπές στα Εργασιακά, υποχώρηση της ευθύνης του κράτους για την κάλυψη στοιχειωδών κοινωνικών αναγκών, αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, ένταση της φτώχειας κ.ά., επιβεβαιώνοντας ότι το «θαύμα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης δεν είναι για όλους. Και πως στον καπιταλισμό, σε ανάπτυξη και κρίση, σχετικά και απόλυτα, το θύμα είναι πάντα τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα και οι σύγχρονες ανάγκες.
Βέβαια, στις εκλογές, η λαϊκή δυσαρέσκεια διαχύθηκε σε άλλα αστικά κόμματα, όπως η AfD, η οποία αποτελεί βασική έκφραση του αστικού ρεύματος του ευρωσκεπτικισμού στη Γερμανία. Θυμίζουμε ότι το κόμμα αυτό δεν έπεσε από τον ουρανό. Ιδρύθηκε το 2013, με πρωτοβουλία του πρώην προέδρου του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων, Χανς Ολαφ Χένκελ, ο οποίος από το 2010 μιλούσε για μια Ευρωζώνη δύο ταχυτήτων, με ξεχωριστά νομίσματα για το Βορρά και το Νότο, ενώ το 2011 καλούσε την Αυστρία, τη Φινλανδία, τη Γερμανία και την Ολλανδία να εγκαταλείψουν την Ευρωζώνη και να δημιουργήσουν ένα δικό τους, ξεχωριστό νόμισμα. Ο ίδιος λάνσαρε από τότε την ιδέα ενός νέου ευρωσκεπτικιστικού γερμανικού κόμματος, το οποίο προέκυψε λίγα χρόνια αργότερα, με θέσεις όπως διεξαγωγή δημοψηφισμάτων για την ανέγερση τζαμιών, επιστροφή στις «παραδοσιακές, γερμανικές οικογενειακές αξίες», νέους «ξεκάθαρους» κανόνες για τη μετανάστευση, «προστασία» του γερμανικού «κοινωνικού κράτους» από άνεργους μετανάστες, προώθηση μιας «εναλλακτικής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και πάει λέγοντας. Η έξαρση των προσφυγικών - μεταναστευτικών ροών, συνέπεια των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, όπου συμμετέχει ενεργά η Γερμανία, συνέβαλε στην αύξηση της επιρροής αυτού του κόμματος.
Η ενίσχυση της AfD «ξαναμοιράζει την τράπουλα» στο αστικό πολιτικό σύστημα της Γερμανίας και αξιοποιείται ήδη από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις για να προπαγανδίσουν τη θεωρία του «μικρότερου κακού» και να βγάλουν λάδι συνολικά την αντιλαϊκή πολιτική. Το ίδιο έκανε άλλωστε και ο Μακρόν στη Γαλλία, συσπειρώνοντας γύρω του την πλειοψηφία των αστικών κομμάτων στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, για να μην εκλεγεί η υποψήφια της ακροδεξιάς. Σήμερα, η κυβέρνηση Μακρόν κλιμακώνει την επίθεση με σκληρά αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα, ενώ και στο Μεταναστευτικό προωθεί «ραφιναρισμένα» πολλές από τις απόψεις και τα σχέδια που περιέχονταν στο πρόγραμμα της Λεπέν. Και στη Γερμανία και στη Γαλλία, επιβεβαιώνεται η αναγκαιότητα ύπαρξης και δράσης ενός ισχυρού Κομμουνιστικού Κόμματος, με αντικαπιταλιστική γραμμή πάλης και δεσμούς με τους εργαζόμενους, το λαό και το κίνημα. Απ' αυτήν τη σκοπιά, είναι ελπιδοφόρο το γεγονός ότι το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα (DKP) κατέβασε για πρώτη φορά δικά του ψηφοδέλτια σε 9 από τα 16 κρατίδια, κάνοντας μια σημαντική προσπάθεια να φτάσουν οι θέσεις του στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα της χώρας.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, την αξιοποίηση του αποτελέσματος των γερμανικών εκλογών από τα αστικά επιτελεία στην Ελλάδα, ο λαός πρέπει να έχει μάτια και αυτιά ανοιχτά, καθώς αυξάνει πάνω του η πίεση να αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα τα αντιλαϊκά μέτρα της τρίτης «αξιολόγησης», ώστε αυτή να ολοκληρωθεί πριν το σχηματισμό της νέας γερμανικής κυβέρνησης. Να θυμηθεί ότι τα ίδια έλεγαν και στη δεύτερη «αξιολόγηση», όταν αναμένονταν οι γαλλικές και οι ολλανδικές εκλογές. Η κατάληξη εκείνων των εκβιασμών είναι πλέον γνωστή και η πείρα πρέπει να αξιοποιηθεί για να αποκρούσει ο λαός τους καινούργιους.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις